Στην ενδοχώρα της Περιφερειακής Ενότητας Ηρακλείου και σε μικρή απόσταση από το Ζαρό, το φημισμένο για τα άριστης ποιότητας νερά του κρητικό κεφαλοχώρι, βρίσκεται ένα σημαντικό θρησκευτικό μνημείο, η μονή Βροντησίου.
Η ανδρώα μονή, που οφείλει πιθανώς την ονομασία της στον ιδρυτή της, τιμάται στη μνήμη του Αγίου Αντωνίου.
Η χρονολογία ιδρύσεως της μονής δεν είναι εξακριβωμένη, με τις πρώτες πάντως γραπτές μαρτυρίες γι’ αυτή να ανάγονται στον πρώιμο 15ο αιώνα.
Κατά τον τελευταίο αιώνα της Ενετοκρατίας, και αφού παρήκμασε η γειτονική μονή Βαλσαμόνερου (Βαρσαμόνερου), η μονή Βροντησίου γνώρισε κατά τα φαινόμενα ιδιαίτερη άνθηση, αποτελώντας σπουδαίο κέντρο μοναχισμού, τεχνών (προπάντων, ζωγραφικής) και πνευματικής καλλιέργειας.
Σύμφωνα με μια εκδοχή, εδώ μόνασε και φιλοτέχνησε έξι από τις πλέον γνωστές εικόνες του ο ζωγράφος Μιχαήλ Δαμασκηνός (1530/35-1592/93), ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες των Μεταβυζαντινών Χρόνων.
Μετά την οθωμανική κατάκτηση της μεγαλονήσου η μονή παρέμεινε επί μακρόν άθικτη. Όμως, στην επανάσταση του 1866 εσφάγησαν τέσσερις μοναχοί και υπέστησαν καταστροφές το καθολικό και δέκα κελιά, επειδή η μονή είχε προσφέρει καταφύγιο στους επαναστάτες.
Η μονή εγκαταλείφθηκε προσωρινά και αποτέλεσε εκ νέου καταφύγιο των εξεγερμένων Κρητών το 1878, με αποτέλεσμα να καταστραφούν και πάλι πολύτιμα κειμήλιά της.
Στο δίκλιτο καθολικό της μονής (το ένα κλίτος είναι αφιερωμένο στον Άγιο Αντώνιο και το άλλο στην Ψηλάφηση του Αποστόλου Θωμά) σώζονται υψηλής ποιότητας τοιχογραφίες του 14ου αιώνα, καθώς και φορητές εικόνες του 15ου αιώνα.
Το πυργόμορφο κωδωνοστάσιο αποτελεί ανεξάρτητο οικοδόμημα, με χαρακτηριστικά που παραπέμπουν άμεσα στην ενετική αρχιτεκτονική.
Στην είσοδο του μοναστηριού, δίπλα σε υπεραιωνόβιο πλατάνι, διατηρείται μνημειακών διαστάσεων μαρμάρινη κρήνη με μοναδικό γλυπτό διάκοσμο (εντυπωσιακές είναι οι ανάγλυφες παραστάσεις των πρωτοπλάστων, του Aδάμ και της Eύας, όπως και οι τέσσερις προσωποποιημένοι ποταμοί του Παραδείσου ως κρουνοί).