Στα Χριστούγεννα των παιδικών μου χρόνων, κυριαρχούν οι αναμνήσεις από τις διακοπές στο χωριό των γονιών μου, με τις γιαγιάδες και τους παππούδες. Από τις πιο έντονες αναμνήσεις μου ήταν οι ιστορίες γύρω από το τζάκι, όση ώρα ψηνόταν οι οφτές πατάτες ή τα κάστανα. Θυμάμαι πόσο περιμέναμε αυτή την ώρα…
Το θέμα των ημερών λοιπόν ήταν οι ανεπιθύμητοι καλικάντζαροι! Οι περιγραφές για αυτά τα πλάσματα, ήταν τόσο τρομακτικές, όμως μας άρεσε να τις ακούμε, ίσως γιατί αν και παιδιά ξέραμε ότι δεν ήταν παρά ένας μύθος!
Ο μύθος με τους καλικάντζαρους!
Λένε πως ο μύθος για τους καλικάντζαρους ξεκινάει από τα πολύ παλιά χρόνια. Οι Αρχαίοι πίστευαν πως οι ψυχές σαν έβρισκαν την πόρτα του Άδη ανοιχτή, ανέβαιναν στον απάνω κόσμο και τριγύριζαν παντού χωρίς έλεγχο και περιορισμούς.
Οι καλικάντζαροι έρχονταν την παραμονή των Χριστουγέννων και έφευγαν τα Θεοφάνεια. Έχουν διάφορες ονομασίες: Λυκοκαντζαραίοι, σκαρικατζέρια, καρκατζέλια, πλανήταροι (Κύπρος), Κάηδες (Σύμη), καλλισπούδηδες, χρυσαφεντάδοι (Πόντος), κωλοβελόνηδες, παρωρίτες ή παραωρίτες (πριν από το λάλημα του πετεινού), παγανά. Και στους άλλους χριστιανικούς λαούς εμφανίζονται δοξασίες για δαιμονικά πλάσματα κατά το Δωδεκαήμερο: Λυκάνθρωποι, Στρίγγλες, Μάγισσες, Νόρνες. Παγανά είναι γενικότερα τα εξωτικά και τα φαντάσματα. Paganus σημαίνει τον χωρικό, τον αστράτευτον (παγάνα, παγανιά) και κατόπιν τον εθνικό και μη χριστιανό. Στα αγγλικά pagan είναι ο ειδωλολάτρης. Παγανό αποκαλείται το αβάπτιστο νήπιο. Πιστεύεται ότι τα βρέφη που πέθαναν αβάπτιστα γίνονται παγανά, τελώνια, καλικάντζαροι.
Τα χαρακτηριστικά των Καλικάντζαρων
Οι καλικάντζαροι είναι πειραχτήρια και φοβεροί ζημιάρηδες . Τους αρέσουν οι καυγάδες και τσακώνονται πολύ μεταξύ τους .
Έναν ολόκληρο χρόνο παλεύουν να κόψουν το δέντρο που στηρίζει τη γη. Ενώ όμως κοντεύουν να τελειώσουν το κόψιμο του δέντρου, φτάνουν τα Χριστούγεννα… Τότε αφήνουν κάτω τα πριόνια και τα τσεκούρια κι αποφασίζουν ν’ ανέβουν στη γη να γλεντήσουν λιγάκι, πειράζοντας τους ανθρώπους.
Μένουν ανάμεσα στους ανθρώπους 12 μέρες ως την παραμονή των Φώτων. Ο λαός τους φαντάζεται μαύρους και άσχημους, κουτσούς, ψηλούς με μάτια κόκκινα, πόδια τραγίσια και σώμα τριχωτό. Οι άνθρωποι προσπαθούσαν να τους εξουδετερώσουν με διάφορους τρόπους και κυριότερα με τη φωτιά, η οποία καίει συνεχώς στο τζάκι όλο το Δωδεκαήμερο. Διάλεγαν ένα κούτσουρο και μάλιστα από αγκαθωτό δέντρο. Σκορπούσαν τη στάχτη του σε όλο το σπίτι την παραμονή των Θεοφανείων, τρέποντας σε φυγή τα δαιμόνια.
Πάντως υπάρχει η πεποίθηση ότι οι καλικάντζαροι αδυνατούν να βλάψουν τους ανθρώπους, αλλά θέλουν μόνο να τους πειράξουν.
Επίσης μπαίνοντας στα σπίτια μαγαρίζουν την κουζίνα, αρπάζουν ρούχα, ή σκορπούν το αλεύρι, τη τέφρα από το τζάκι τη «δωδεκαμερίτικη» ή «καλικαντζαρήσια» ή «τη στάχτη που δεν άκουσε το εν Ιορδάνη» και που θεωρείται ακατάλληλη για οποιαδήποτε χρήση.
Διώξιμο Καλικάντζαρων
Πασίγνωστη είναι η δοξασία όταν οι καλικάντζαροι φεύγουν κατά τον αγιασμό των σπιτιών:
«Φεύγετε να φεύγωμε
τι έρχεται ο τρελόπαπας
με την αγιαστούρα του
και με τη βρεχτούρα του.
Μας άγιασε μας έβρεξε
και μας, μας εκατέκαψε!» ή «και θα μας μαγαρίσει»